16 Δεκεμβρίου 2014

Τα χνάρια του νέου..

Φορτωμένος όνειρα, βιώματα και προσευχές,
παίρνει το δρόμο, το δρομάκι το παλιό,
που πάει προς το γεφύρι...
Ο μπόγος στους ώμους ξεχειλίζει.
Ξεχύνονται απο τις άκρες του οι προσδοκίες.
Μα ετούτος εδώ ο νέος το'χει γερά αποφασισμένο:
θα περάσει το γεφύρι, σ'άλλους κόσμους θα βρεθεί..
Γύρω του μοσκοβολούν οι λεμονιές, 
τ'αηδόνια του χαϊδολογούν τ'αυτιά,
το νερό αναβλύζει στο πρόσωπό του τη δροσάδα..
Ο νέος στέκει.
Ξύλινος.
Απάνω στο γεφύρι.
Ρουφά ξανά την ομορφιά που τον ανάθρεψε,
τον έπλασε αγρίμι, να ορμά στη ζωή, τα πάντα να ζητά..
Θέλει... 
Πόσο θέλει να κοιτάξει ξανά εκεί 
που άφησαν τα πόδια του χνάρια...
Μα ξέρει.
Εκεί που πάτησε, 
χνάρια δεν υπάρχουν πια, παρά μονάχα απομεινάρια...
Ο μπόγος, ο γεμάτος όνειρα, βιώματα και προσευχές, 
τον χτυπά φιλικά στη πλάτη.
Θες παρηγοριά, θες υπενθύμιση, θες ριζικό..
Ο νέος κινά ξανά, με βήμα γοργό,
και το λασπωμένο χνάρι του πάνω στο γεφύρι,
σβήνει γλυκά η βροχή, να γίνει απομεινάρι, 
να γίνει πληγή..

Σ.

5 Δεκεμβρίου 2013

Ονειρο-αποτυπώματα...

''Μην φοβάσαι..! '' , μου ψιθύρισε ο χειμωνιάτικος αέρας, 
χαϊδεύοντας τα φύλλα της αγριοτριανταφυλλιάς.. 
''Μην φοβάσαι... 
Αν μπορείς να το ζωγραφίσεις... 
Αν μπορείς... 
Μπορείς και να το ζήσεις...''  
Σ.

12 Νοεμβρίου 2013

Στο τέλος μιας μέρας..


Σαν τελειώσει η μέρα, 
ακούμπησε τη φορτωμένη παράπονα καρδιά σου 
στο παραθύρι να στεγνώσει, 
κι έλα εδώ να ξαποστάσεις...

Σ.

6 Νοεμβρίου 2013

Κυλά το ποτάμι..

Τίποτα δεν είναι σταθερό και μόνιμο στη ζωή... Ούτε η στενοχώρια, ούτε η απελπισία, ούτε η χαρά, ούτε η πληρότητα που γεμίζει την καρδιά μας κάποιες στιγμές...
Όλα αλλάζουν, αέναα, κυκλικά, κυλάνε μέσα μας τα συναισθήματα σαν ρυάκια, συμαπαρασύρουν μαζί τους κατακάθια και φύλλα πεσμένα απο το δέντρο της καρδιάς μας..
Τι μένει; Τί αντέχει μέσα μας, δίπλα μας, κοντά μας; 
Η αγάπη, αυτή που νοιώσαμε για ανθρώπους, που θα αντέξουν στο πέρασμα των εποχών, που έκοψαν ένα λουλούδι απο το δέντρο της καρδιάς τους και μας το προσέφεραν απλόχερα, γενναιόδωρα, ταπεινά.. 
Αυτή η αγάπη και αυτά τα δώρα δεν χάνονται, δεν παρασύρονται απο το ρεύμα, απλώνουν ρίζες, βαθαίνουν στο χώμα, γίνονται αξεδιάλυτα κομμάτια αυτού που είμαστε, αλλάζουν και εξελίσσονται μαζί μας, χτίζουν ένα ''εμείς''.. 
Κι αυτό το ''εμείς'', τι μπορεί να το αλλάξει, όταν φτιαχτεί απο υλικά της καρδιάς...;
Ό,τι άλλο κυλά και φεύγει, άνθρωπος, σχέση, συναίσθημα, είναι μία προσπάθεια για τούτο το όνειρο του ''εμείς''.. Μια προσπάθεια που δεν βρήκε γόνιμο έδαφος, δεν έφτιαξε γερές ρίζες, και παρασύρθηκε απο τα ορμητικά νερά... 
Ίσως άφησε πίσω της μία άδεια, σκαμμένη γη, ένα κενό να μαρτυρά πως κάποτε εκεί υπήρξε ένα ομορφο μικρό λουλούδι.. Αυτή η ανάμνηση όμως, αυτό το κενό, θα γίνει το λίπασμα για ένα νέο λουλούδι, πιο γερό, πιο ανθεκτικό, πιο πλούσιο σε καρπούς... 
Μέχρι να ανθίσει ένα πανέμορφο ''εμείς''..

Σ.

8 Οκτωβρίου 2013

Τα αέρινα..

Παρασυρμένος κι αλαφροίσκιωτος,
σαν άστεγος, σαν αδικημένος,
μιας παιδικής ανάμνησης έρμαιος,
ψηλαφεί τα φτερά στην πλάτη του,
ο μικρός ανθρωπάκος..

Αναρωτιέται.. 
Πόσο να κόστιζε άραγε να τα κόψει,
να περπατά κι αυτός ακουμπώντας στη γης,
να φτάνει το βλέμμα του ως το απέναντι κτήριο, 
κι όχι ως τον απέναντι ουρανό..
Πόσο αντέχει άραγε να πετά κανείς μοναχός;

Ο μικρός ανθρωπάκος..
Κοιτά τον κόσμο στη γυάλα 
και θέλει τόσο να χωρέσει..
Εμπόδιο, εμπόδιο μεγάλο τούτα τα φτερά..

Μικρέ, μικρέ ανθρωπάκο...

Σ.

23 Ιουλίου 2013

Σταυροδρόμια...

Τα σταυροδρόμια στη ζωή μας... 
Δύσκολο πράγμα ε;; Δύσκολο πράγμα η επιλογή...
Κάθε σταυροδρόμι έρχεται τη στιγμή ακριβώς εκείνη, που νοιωθουμε πως κάτι αλλάζει μέσα μας, κάτι ζητάει ακρόαση και φωνή.. 
Και έρχεται για να μας δείξει, οτι μπροστά μας η ζωή δεν ανοίγει μονοδρόμους, αλλα μονοπάτια άπειρα.. 
Και η πορεία μας είναι μια σειρά απο επιλογές... 
Τι θα επιλέξεις;; Το μονοπάτι ή το δρόμο;; Την ανηφόρα ή την κατηφόρα;; 
Άπειρες επιλογές, άπειρα σταυροδρόμια, διχάλες, που μας κάνουν να στεκόμαστε για λίγο, να κάνουμε παύση στην πορεία μας, για να επιλέξουμε.. 
Και είναι αυτη η επιλογή, που μας βοηθάει να δούμε, τί ποθεί η καρδιά μας.. 
Μας ωθεί να συμμαζέψουμε ανακατεμένες και ασυγύριστες σκέψεις, αισθήματα, όνειρα, αναμνήσεις, χαρές και θλίψεις.. 
Σε κάθε σταυροδρόμι , θυμόμαστε αυτό που ξεχάσαμε, αυτό που κρύψαμε, αυτό που αγνοήσαμε.. Γι'αυτό, στο επόμενο σταυροδρόμι, στάσου να χαρείς το φύσημα του αγέρα, 
τη ζεστασιά του ήλιου και της βροχής το δρόσεμα, 
και σαν κοιτάξεις τα δυο σου μονοπάτια, πάρε εκείνο που σου υπόσχεται μια μεγάλη περιπέτεια.. Ακριβώς με την ίδια εκείνη ανυπομονησία και ενθουσιασμό, που ξεκινά έναν περίπατο στο άγνωστο κι ένα μικρό παιδί.. :-)

Σ.

22 Μαΐου 2013

Εξωραϊσμού λόγος..

Νιογέννητο λουλούδι,
τοποθετημένο προσεχτικά, 
τακτοποιημένα, 
μπροστά απο το μεγάλο παράθυρο.

Έχει ήδη προσχεδιαστεί.
Μέχρι το τέλος του καλοκαιριού,
οφείλει να έχει μεγαλώσει,
όσο να ομορφαίνει το περβάζι...

Οφείλει να μεγαλώσει...
Οφείλει να ομορφύνει...

Παράλογη απαίτηση,
για ένα τόσο μικρό λουλούδι,
μπροστά σε ένα τόσο μεγάλο παράθυρο..

Μα το παράθυρο έξω κοιτά...
Στην πραγματικότητα...

Το μικρό λουλούδι οφείλει να ομορφύνει...
Το μεγάλο παράθυρο...
Την μαραμένη πραγματικότητα... 

Σ.

2 Απριλίου 2013

Ηττημένη ήττα



Ήρθαν αγγελιοφόροι σήμερα,
στο στέρνο τους κρεμασμένη μιαν ήττα.

Η ήττα, μια κόκκινη κορδέλα,
περίτεχνα δεμένη σε βέλος δολερό..

Σήμερα ήρθαν αγγελιοφόροι..
Το βέλος περασμένο στο στέρνο τους δε μύριζε θάνατο...
Μύριζε αγριολούλουδα και γιασεμί..

Σήμερα ήρθαν αγγελιοφόροι..
Τα μάτια τους φώναζαν..
Ώρα να κινήσουμε αδερφέ μου!

Το μήνυμα της ήττας αδιάκριτο πια..
Καλύφτηκε με το κόκκινο μιας πληγής, 
που ποτίζει τον κόσμο 
το ανυπότακτο..

Σήμερα ήρθαν αγγελιοφόροι..
Στον κόρφο μου ακουμπισμένο το μήνυμα..
Δεν ήταν... ποτέ... ήττα...

Σ.

4 Μαρτίου 2013

Διάλογοι...

Μια μέρα, 
καθισμένη στο περβάζι, 
πέρασε μέσα απο τις γρίλιες, 
και χαμογελώντας με ρώτησε:

-Ποιά θέλεις να είσαι στη ζωή μου;;

-Τα κίτρινα φύλλα  του φθινοπώρου,
που στρώνουν στον χειμώνα σου, 
μονοπάτι θαλπωρής μελένιο, 
να μην θλίβεσαι για το καλοκαίρι που φεύγει..

Θέλω....

Σ.

9 Ιανουαρίου 2013

Το δαιδαλώδες της ψυχής...

Αυτό το ακατανόητο, το αιώνια, αδιάλειπτα αξεδιάλυτο της ψυχής, 
που όλο γλιστρά, όλο ξεφεύγει από τα χέρια μας, 
κι όλο αναρωτιόμαστε, τί κρύβει, τί θέλει, τι ζητά, τι επιδιώκει...

Όλοι μας περνούμε τη ζωή μας προσπαθώντας να ανακαλύψουμε τον μυστικό, απέραντο κόσμο της ψυχής, κι αναρωτιέμαι, φτάνει ποτέ κανείς μας στον διακόπτη που ρίχνει φως σε τούτο το κόσμο; 
Κι όταν έρχονται εκείνες οι στιγμές που νομίζουμε πως πλησιάζουμε σε αυτό που ζητά η ψυχή, εκείνη επαναστατεί, αντιδρά, ζητά ολοένα κάτι άλλο, 
κάτι πέρα απο όσα φανταζόμαστε και ψηλαφούμε.. 
Να υπάρχει άραγε η μυστική οδός; 
Να υπάρχει ένα κλειδί για τα αναρίθμητα δώματα της ψυχής;
Ίσως η ψυχή ψηλαφείται μονάχα διαισθητικά, με τα μάτια της καρδιάς ανοικτά και τα μάτια της λογικής εν υπνώσει.. 
Η ψυχή ζητά το ανόθευτο, το καθαρό, αποστρέφεται κάθε τι βολικό και ''συμφέρον''.. 
Ο δρόμος της ψυχής δεν μας υπόσχεται ασφάλεια και ειρήνη, αλλά πόλεμο, δοκιμασία, 
και δίψα μονάχα για τούτο: ΘΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΖΩΗ.
Σ.

24 Δεκεμβρίου 2012

Η δική Του ειρήνη στις καρδιές όλων μας...

Πίνακας: G.Klimt
 Με αυτόν τον πανέμορφο πίνακα,
που απεικονίζει την αγάπη της οικογένειας με τόσο γλυκό και αληθινό τρόπο,
σας εύχομαι μέσα απο την καρδιά μου
ο γλυκύς Ιησούς να γεννηθεί μέσα στις καρδιές όλων σας ,
και να φέρει την δική Του άφθαρτη ειρήνη στις οικογένειές σας..

Θα μοιραστώ μαζί σας, το παρακάτω υπέροχο απόσπασμα:
''- Ο Θεός, είπε, στέλνει τις βροχές, μα και την κουκούλα. 
Πληθαίνει η βροχή, στέλνει τη σπηλιά.
- Αυτό θα πει σοφία, είπα εγώ.
- Αυτό θα πει καλοσύνη, διόρθωσε..
''
(''O Φτωχούλης του Θεού''-Ν.Καζαντζάκης)

Σ.


16 Δεκεμβρίου 2012

Περνούμε...



''Περνούμε τη ζωή μας, αιώνια ψάχνοντας την αγάπη μας... 
Όχι εκείνη που ήδη έχουμε, αλλά εκείνη που ποτέ... 
δεν θα γνωρίσουμε...''

Σ.

15 Οκτωβρίου 2012

Αλμύρα...


Η μέρα ξεκίνησε με μια ηλιαχτίδα
ντυμένη το ρούχο της φθινοπωρινής ψυχράδας.
Στο παραθύρι μου χτύπησε δειλά ο αγέρας,
Φερμένος από τις όχθες των νοτισμένων ματιών σου..
Με τα χνώτα μου διαγράφω πάνω στο τζάμι
Ίχνη μιας ζωής που χορεύει στις μύτες των ποδιών της.
Σε κοιτώ και τα μάτια μου χύνονται σε ωκεανούς πλατείς,
Στο βαθύ μπλε του τρικυμισμένου ουρανού,
Στο σταχτί της πολυκαιρισμένης εφημερίδας πάνω στο τζάκι,
Στο χωμάτινο της ξύλινης θύρας,
Της ξεθωριασμένης από την θαλασσινή αλμύρα..
Την αλμύρα ..
των ματιών σου...

Σ.

26 Σεπτεμβρίου 2012

Με όρους συναισθημάτων..

Όταν όλα στο μυαλό μας γίνονται κουβάρι, ευθύνες, ενοχές, λάθη, πίκρες, αναμονές κι αβεβαιότητες, η καρδιά μας μοιάζει τρικυμισμένη θάλασσα, πολύβουη, μας ζαλίζει, μας εξαντλεί..
Εκείνες τις στιγμές, η λογική ιεράρχηση του φορτίου μας είναι συχνά περίπλοκη και μας κουράζει ακόμη περισσότερο..
Ίσως, τότε, έρχεται η ώρα να μιλήσουμε στον εαυτό μας και στους άλλους με όρους συναισθημάτων.. 
''Αυτή τη στιγμή, δεν μπορώ να σου πω με όρους λογικούς και σαφείς αυτό που με προβληματίζει. Μπορώ όμως να σου πω τί αισθάνομαι..''
Με αυτή τη φράση, με αυτή τη δίοδο, μπορούμε να κοινωνήσουμε στον άλλο, αλλά και στον ίδιο μας τον εαυτό, τον καρπό της ψυχής μας και όσων έχουμε μέσα μας, με σαφήνεια, με ουσία, με καρδιά καθαρή. Γιατί αυτό που αισθάνομαι, ποτέ δεν μπορεί να είναι ψεύτικο. Υπάρχει, βιώνεται, ρέει μέσα μου ανεπιτήδευτο και ανόθευτο. Ενώ η οποιαδήποτε λογική ανάλυση κρύβει μέσα της άμυνες, ψέματα και λανθασμένες οπτικές..
Όταν δεν ξέρω τί είναι αυτό που γεννά τρικυμίες μέσα μου, μη ρωτάς να μάθεις τί συμβαίνει ή ποιές είναι οι αιτίες...
Ρώτα να μάθεις τί νοιώθω..!

Σ.

23 Σεπτεμβρίου 2012

Ό,τι αγαπάς, δεν τελειώνει...


Ένα τραγούδι αγαπημένο και γλυκό, 
σαν ανάμνηση πρωτόγονη και παιδίσια, 
που καμώνει φύτρες και βγάζει κλαδιά,
σκαρφαλώνει κι ανθίζει στα μάτια,
 περιδιαβαίνει αδιάκριτα
στης ψυχής τα μέρη τα κρυφά...
Σ.
''Τώρα που γρήγορα νυχτώνει σαν παραμύθι θα στο πω
ό,τι αγαπάς δεν τελειώνει κι εγώ ακόμα σ'αγαπώ.....

Τώρα που γρήγορα βραδιάζει σαν τραγουδάκι θα στο πω
ό,τι θυμάσαι δεν βουλιάζει μη με ξεχνάς που σ'αγαπώ....

Είναι πολλά που δεν τα ξέρεις κι ήθελα τόσο να στα πω
όμως δεν θέλω να υποφέρεις γιατί ακόμα σ'αγαπώ....''

Στίχοι: Θοδωρής Παυλάκος
Μουσική: Μιλτιάδης Πασχαλίδης

19 Σεπτεμβρίου 2012

Φρασεολογήματα



Μου ζητάς φράσεις, μου ζητάς λέξεις,
νωπές ακόμη, εύπλαστες..

Θαρρείς αντέχω αδιάλειπτα να σε εισπνέω
και να εκπνέω αντοχές κι ανείπωτα..

Αστέριωτο άγαλμα θα σε λεξοπλάσω,
κι αν πέσεις και σπάσεις,
να ξεχυθούν οι λέξεις στις γειτονιές του κόσμου, αδέσποτες..

Σ.

16 Σεπτεμβρίου 2012

Προπονήσεως κρίσις



Ξυπνά το σώμα κάθε πρωί,
κι ετοιμάζει πρωινό στο άυλον περιεχόμενόν της.

Μια φωνή βουίζει επίμονα στ'αυτιά μου,
πως η οδός της αληθείας
είναι σκοινί τεντωμένο,
σαν το σκοινί που φορτώνεται 
τις μπουγάδες των νοικοκυράδων,
κρεμασμένο ανάμεσα σε ταράτσες,
ξεχαρβαλωμένες από το χαλάζι,
που βρέχει στους αιώνες σιγουριές και σοφίες.

Θέλει προπόνηση να μάθω να πέφτω,
αντί να κρατώ επίμονα ισορροπία.

Να μάθω να σκοντάφτω πάνω σε μανταλάκια ,
που κρατούν πάνω στο σκοινί
επίμονα στεριωμένα,
τα φορεμένα ρούχα των κυράδων.

Κι αν μάθω να πέφτω,
θα'ναι τούτο το τέρμα του σκοινιού θαρρώ.

Ίσως, 
ό,τι είναι άυλο, 
δε τσακίζεται στις πτώσεις.

Σ.

11 Σεπτεμβρίου 2012

Το χρέος

Στη μέση μιας γης σπαρμένης,
στο πουθενά του πολυσήμαντου κόσμου,
στέκει μια αγριελιά.

Στον κορμό της χάσκουν μαχαιριές παλιών αγαπημένων,
όρκοι αγάπης για πάντα φυλακισμένοι στις αυλακιές δυο γραμμάτων.

Οι ρίζες της απλωμένες στα πέρατα του ασήμαντου ετούτου κάδρου,
στις τέσσερις άκριες μιας γης σπαρμένης ελπίδες και ιδανικά.

Κάποτε, η αγριελιά τινάζει τα φύλλα της στο θρόισμα του ανέμου,
κινεί τα γερασμένα χέρια της νωχελικά ν' αποκοιμίσει τ'αγριοπούλια,
κι ύστερα επιστρέφει στο ριζωμένο της καθήκον να στέκει.

Να στέκει...

Γύρω της σπαρμένα ιδανικά κι ελπίδες..
Στο κέντρο ενός ασήμαντου κάδρου,
στο πουθενά του πολυσήμαντου κόσμου,
μια αγριελιά, 
πιστή στο αρχέγονο χρέος της,

στέκει, 

και οι ρίζες της γίνονται πανιά..

Σ.

10 Σεπτεμβρίου 2012

Η μίμος


Η παράσταση ξεκινά.
Την προσοχή σας παρακαλώ!

Στη μέση μιας πολύβουης πλατείας,
οι περαστικοί κινούνται σαν τους δείκτες του ρολογιού
γύρω απ' το μαρμάρινο σιντριβάνι.

Ξάφνου οι τροχιές διαλύονται ακανόνιστα.
Ένας κύκλος γεμάτος χάσματα.
Στο κέντρο του μια ασπρόμαυρη κουκκίδα.
Η μίμος.

Την προσοχή σας παρακαλώ!

Τα δάχτυλά της ακροβατούν μέσ' από τα κατάλευκα γάντια,
το λευκό της πρόσωπο καμώνει γκριμάτσες,
το κοινό χειροκροτά, τ' αδιάκριτα βλέμματα γίνονται σφαίρες.

Η μίμος κρύβει με δεξιοτεχνία τις πληγές,
-πόση ευσυνειδησία!-
πετά το κόκκινο καπέλο στον αέρα,
και πάλι το πιάνει με την άκρη των δαχτύλων.

Το φορά στραβά, σχεδόν ευλαβικά,
στέκει για λίγο ακίνητη,
-ένα δευτερόλεπτο μονάχα-
το βλέμμα της στραμμένο κάπου μακριά,
έξω από τούτο το κύκλο, έξω από τούτο το κόσμο..

Μα, η παράσταση συνεχίζεται!
Τώρα η μίμος θυμωμένη, τώρα η μίμος θλιμμένη,
τα μάτια της πιο μαύρα από πριν,
το βαμμένο λευκό της πρόσωπο ακόμη πιο λευκό,
το καπέλο σκοτεινιάζει στο κόκκινο της νύχτας.

Φτάνει το μεγάλο φινάλε.
Τώρα πρέπει να εντυπωσιάσει.
Τώρα της πρέπει το πιο θερμό χειροκρότημα.
Απλώνει στο πρόσωπό της ένα χαμόγελο ουράνιο τόξο.
Τόσα χρώματα πάνω στο λευκό καμβά του προσώπου..!
Το κοινό τρομάζει..

Απλώνει τα χέρια ολάνοιχτα,
θέλει να χωρέσει όλη τη πλατεία στο μικρό της στέρνο,
εισπνέει βαθιά τις μυρωδιές, τους ήχους, τις ματιές,
σηκώνεται πάνω από τον κύκλο, ολοένα κερδίζει ύψος,
πουλί ασπρόμαυρο με ράμφος ουράνιο τόξο,
κάνει κύκλους ακροπατώντας στον αέρα,
πετά μακριά, μακριά, μακριά...

Το κοινό χειροκροτεί το κόκκινο καπέλο,
με ευλάβεια αφημένο στη μέση της πλατείας,
κι επιστρέφει στην τροχιά του λεπτοδείκτη..

Τικ τακ, τικ τακ, ήταν κάποτε ένα κόκκινο καπέλο, τικ τακ..

Σ.

7 Σεπτεμβρίου 2012

Ο ναυαγός


Επιπλέει πάνω σε ωκεανούς μιας καρδιάς πάλλουσας,
κύματα γεννιούνται και ξεσπούν ακανόνιστα,
δεν είναι ετούτη μια καρδιά γλυκανάλατη,
οι χτύποι της δεν είναι ψιλοβρόχι,
είναι βροντές πάνω σε κύματα αγριεμένα.

Εκείνος επιπλέει...
Επιπλέει...
Κάποιες στιγμές ανοίγει τα χέρια του,
πληγωμένο θαλασσοπούλι,
ορμά ν’ αγγίξει τον φάρο,
εκείνον που αχνοφέγγει στον ορίζοντα.

Πάει καιρός πια,
δε μπορεί να μετρήσει πόσος καιρός,
ο φάρος του μιλά γι' άρρητες σωτηρίες,
στην γλώσσα εκείνη την αξεδιάλυτη,
την καμωμένη στο τρύπιο δίχτυ της νύχτας,
που αγκαλιάζει στη φούχτα της το φως.

Εκείνος επιπλέει..
Τα πόδια του δε ξεμακραίνουν μια στάλα,
ο φάρος αδιάκοπα καλεί,
τα μάτια γίνονται απόχες,
τα μαλλιά του μακραίνουν,
τρέχουν πάνω στα κύματα,
κάνουν τροχιές γύρω από τα βράχια,
τα βράχια φυλακίζουν στη σιγουριά τους τον φάρο..

Μα τα πόδια του δε ξεμακραίνουν μια στάλα..
Στρέφει το βλέμμα χαμηλά,
προσπαθεί να ξεδιακρίνει τον βυθό,
κι εκεί, στο έρεβος του ωκεανού,
βλέπει την άγκυρα,
αγκυλωμένη στα σπλάχνα της θάλασσας,
αγκιστρωμένη στην ίδια του την καρδιά..

Ένας φάρος κι ένας άνθρωπος,
δυο μικρές κι ασήμαντες κουκκίδες στον ωκεανό,
που αιώνια θ' αποζητούν το εγγύτερα,
ατελεύτητα θα μοχθούν,
να σηκώσουν,
τις άγκυρες...

Σ.

6 Σεπτεμβρίου 2012

Συγγενείς της ψυχής σου...

Στην βραχύβια βιωτή μας, υπάρχουν εκείνοι οι ελάχιστοι άνθρωποι... Άλλοτε φωτίζουν ως μικροί ήλιοι τα σκοτάδια που χύνονται στο μονοπάτι μας, άλλοτε η λάμψη τους τρεμοπαίζει, σαν την πεταλούδα που κουνά άρρυθμα κι ακαθόριστα τα φτερά της.. Αυτοί οι άνθρωποι, δεν μπορούν παρά να είναι ένας, δύο, τρεις, στον κύκλο της ζωής μας. Γιατί θ' αγαπήσουμε πολλούς, φίλους, συγγενείς, συντρόφους, μα οι άνθρωποι - αστέρια στη ζωή μας είναι ένα δώρο που χαρίζεται φειδωλά κι εκλεκτά, κι όταν χαριστεί δεν επιστρέφεται ..

Σε αυτούς τους ανθρώπους δε θα μπορέσεις να βάλεις ταμπέλα, δε θα μπορέσεις να βαφτίσεις τη σχέση σου μαζί τους δίνοντας απτούς ορισμούς και φόρμες, ό,τι αισθάνεσαι γι' αυτούς πάντα θα ξεπερνάει τα όρια του ανθρώπινου λόγου και τα μέτρα του χώρου και χρόνου που ενίοτε χωρίζει και διαιρείται.

Κι όσο κι αν το θελήσεις να λησμονήσεις, εκείνοι  θα συντροφεύουν πεισματικά, ανυποχώρητα κάθε σου στιγμή. Κι όπου κι αν στραφείς, πάντοτε μαζί τους θα ζητάς να μοιραστείς της ψυχής σου το ''ξεροκόμματο''.. Κι όσο η φυσική τους απουσία από τη ζωή σου απαιτεί την σιωπή, τόσο εκκωφαντικά η ψυχή του ανθρώπου, που κάποτε ονομάτισες ''δικό σου άνθρωπο'', ''συγγενή της ψυχής σου'', θα φλυαρεί αδιάκοπα στης καρδιάς σου το δώμα, το τόσο μικρό, το τόσο ταπεινό, που χωρά ελάχιστους, που χωρά τους ''ακριβούς'' σου.

Ένα νήμα συνεχές, περασμένο στις δυο άκρες του ουρανού, που μας ενώνει με τους συγγενείς της ψυχής μας, ακόμη κι αν είναι μακρυά μας. Ένα νήμα που τροφοδοτεί την καρδιά με την ζέστη της θαλπωρής και της ανεξήγητης έγνοιας, σαν να βρισκόμαστε μέσα σε μία ζεστή αγκαλιά, τόσο απέραντη, που διαπερνά θάλασσες, βουνά, κοιλάδες... Αυτοί οι άνθρωποι, όσα χρόνια κι αν περάσουν μακριά τους, θα μας συντροφεύουν, ως το τέλος της ζωής μας, νοερά, αγκιστρωμένοι στης ψυχής μας το κατάρτι, αιώνιοι συγγενείς, συγγενείς της ψυχής μας...

Σ.

3 Σεπτεμβρίου 2012

Οδός σωτηρίας..

Καλημέρα φίλε μου...
Σε είδα σήμερα,
να βγαίνεις από την ξύλινη θύρα,
να φοράς το καπέλο ''συμβιβάσου'',
και να κατηφορίζεις το στενάκι ,
εκείνο με την σήμανση ''Οδός Σωτηρίας'',
καρφωμένη στον τοίχο του πέτρινου σπιτιού.

Τα πόδια σου ρυθμικά
κλωτσούσαν μικρές πέτρες
κι αδειανά κονσερβοκούτια.
Κατρακυλούσαν,
ξεσήκωναν τη γειτονιά,
κι εσύ απολάμβανες τα κεφάλια,
που κρέμουνταν απ'τα πορτοπαράθυρα,
κοιτώντας νευρικά.

Σε είδα ν'ανασαίνεις βαριά,
να γεμίζεις τις τσέπες σου
περιφρόνια και αγανάκτηση
από τις αυλές των σπιτιών.
Σφύριζες έναν σκοπό μακρόσυρτο,
σαν εκείνους της νοσταλγίας,
κι όλο τα δάχτυλά σου ακροβατούσαν,
πάνω στο κομπολόι.

Έι, φίλε μακρινέ, καλή σου μέρα!
Σε είδα να τυλίγεσαι στο πανωφόρι σου,
κι από τις τσέπες σου ξεγλιστρούσαν
μωβ ορχιδέες.
Το καπέλο σου φορεμένο στραβά,
το χαμογελό σου φορεμένο ανάποδα,
και μόνο το βλέμμα σου,
μονάχα εκείνο απόμεινε ίσιο,
να κοιτά πέρα μακρυά,
στο τέρμα της ''οδού Σωτηρίας''.

Σ.

31 Αυγούστου 2012

Ο Βροχοποιός


Στην άκρη ενός ωκεανού,
στο ξέχειλο των κυμάτων,
στέκει ακίνητος, βουβός,
με το φαρδύ πανωφόρι του,
καπέλο ξέχειλο περιστέρια,
οι τσέπες του γεμάτες αστέρια.

Θα σηκώσει τα μάτια
σ'εναν ουρανό βουρκωμένο φροντίδες.
Τα μάτια γίνονται απόχη.
Αλώνουν τα φορτωμένα σύννεφα,
βρέχει παραδείσους,
τα κύματα αλαλάζουν ''Ω, αγάπες''!

Ο βροχοποιός χαμηλώνει το βλέμμα
στον ίσκιο της ακινησίας του,
σηκώνει τα τεράστια μανίκια του,
ξεχύνει αστέρια από τις τσέπες του,
τα περιστέρια πετούν απ' το σταχτί καπέλο.

Βρεγμένος αγάπη,
δέχεται ταπεινά τον ουρανό,
που υποκλίνεται μπροστά του,
πάντα ακίνητος,
πάντα με μάτια απόχες,
πάντοτε βροχοποιός..

Σ.

30 Αυγούστου 2012

Τροχιές ονείρου



Στου ύπνου τη ράχη,
περνώ στεριές και θάλασσες..
Ένα γλαροπούλι
ξύνει με το ράμφος του
το  τζάμι της ονειρένιας μου βουτιάς..
Στο πόδι του δεμένος
ο αναστεναγμός:
''Αχ, να προσέχεις...''

Δυό μάτια παιδικά πεταρίζουν,
στην άκρη των δαχτύλων  μου.
Kουρνιάζουν εκεί,
για έναν αιώνα ''μου'λειψες'',
κι υστερα βγάζουν φτερά,
και φεύγουν ασθμαίνοντας
''Αχ, να προσέχεις...''

Το όνειρο ετράπη
εις άτακτον φυγήν,
αφήνοντας πίσω
το ξεχασμένο γοβάκι του,
κι έναν λυγμό
καρφιτσωμένο στο δάχτυλό μου:
Αχ, να προσέχεις, αχ να προσέχεις...

Σ.

28 Αυγούστου 2012

Φθινοπωρινό κάδρο



Τα βήματά μου σε μονοπάτι
στρωμένο φύλλα φθινοπωρινά..
Κίτρινα, πορτοκαλί, κόκκινα,
σαν το φόρεμα της παρουσίας..
Πάνω τους πατώ.
Θρυμματίζονται κάτω από τα πέλματά μου...
 Στρέφω στο διάβα μου,
βλέπω ξερές στάλες
μιας βροχής δέντρινης,
σπασμένες σε άπειρα κομμάτια,
κίτρινα, κόκκινα, πορτοκαλί,
σαν το φόρεμα της νοσταλγίας.
Το φθινόπωρο πήρε το χρώμα της φυγής.
Εκείνο το μουντό,
εκείνο της παραγινωμένης ελπίδας,
εκείνο του παλιάτσου,
του άχαρα ξεβαμμένου,
από τα νοτισμένα φύλλα.
Ουράνιο τόξο
ξεπροβάλει δειλά στο πέτο του..
Ένας γκρι ουρανός,
λιλά λουλούδια στις γλάστρες μου,
φύλλα κίτρινα, κόκκινα, πορτοκαλί,
χύθηκαν στο κάδρο,
που έκτοτε τιτλοφορήθηκε:
''Φυγή''
Σ.

26 Αυγούστου 2012

Φράχτες


Φράχτες συρμάτινοι φαντάζουν οι αποστάσεις
που αδιάκοπα,ακούραστα,μηχανικά,
υψώνονται ανάμεσα στις καρδιές που αγαπιούνται..
Κι όσο μεγαλύτερη η αγάπη,
τόσο φορτισμένοι ηλεκτρισμούς κι αστραπές οι φράχτες.
Μιαν αυγή πέρασα στο ανάμεσο του χάσματος,
στα παραθύρια που ανοίγονται στις καμπύλες των συρμάτων,
ένα ρόδο μυρωμένο έγνοια και τρυφεράδα κρυφή.
Μονάχα ετούτο αλώβητο διαπέρασε το φράχτη
κι απόμεινε στολίδι μοναχό,
να παραπαίει στο ενδιάμεσο δυο κόσμων,
δυο ψυχών,
που αγαπήθηκαν ,
μα λησμόνησαν να ξεριζώσουν τη πικρόγευστη ρίζα.
Κι έγινε φράχτης..
Έγινε απόσταση σε μια γη αδιαίρετη στο άπειρο..
Η αγάπη..
Επιβιώνει...
Και στην απόσταση...

Σ.

10 Αυγούστου 2012

Time - out.. :-)

Με βαρέθηκε κι αυτό να το γρατζουνάω συνέχεια με λέξεις και μου ζήτησε διακοπές! :-)))
Σας ευχαριστώ όλους όσους με τιμάτε περνώντας απο εδώ..

Σ.

6 Αυγούστου 2012

Ανυπαρξίες

Πιστεύω ακράδαντα πως δεν υπάρχεις.
'Οσο ακράδαντα πιστεύω και στην δική μου ανυπαρξία.
Υπήρξαμε μονάχα στην ψυχή ενός παιδιού σακάτικου,
που απόμεινε ανάπηρα παιδί.
Ήμαστε οι κράχτες που αλάλαζαν τις νύχτες:
''Όνειρα γλυκαααααά''...!
Σσσσστ.. Αλίμονό μας αν ξυπνήσουνε τα όντως όντα..
Σ.

...


Από τον δήμιό σου να αιτείσαι σωτηρία....
Τόση η παραφροσύνη της αγάπης..

Σ.

Ευγνώμονες ή πικραμένοι..;


Αν πρέπει κάτι ν΄αφήσεις απο τις αποσκευές σου στη πορεία της ζωής σου για να ''σωθείς'',  άσε πίσω σου την πίκρα και το παράπονο. Είναι τα μόνα περιττά και άχρηστα μπαγκάζια στους ώμους σου.

Κι ακόμη, να σου πω κάτι που σκεφτόμουν; Αν η πίκρα και η κακία σου για κάποιον είναι πιο δυνατή απο τη γλύκα της θύμησής του, ίσως δεν τον αγάπησες ποτέ. Δεν ξέρω αν έχω δίκιο, αλλά αυτή είναι η σκέψη μου και η πεποίθησή μου.

Γι'αυτό και επιμένω, πως όσο και να μας πληγώσει κάποιος φίλος ή αγαπημένος μας άνθρωπος, η αγάπη που μας έκανε να νοιώσουμε είναι πάντα ένα δώρο για το οποίο του χρωστάμε ευγνωμοσύνη.

Είναι τόσο πιο όμορφο να είμαστε ευγνώμονες για όσα όμορφα λάβαμε , παρά πικραμένοι για όσα άδικα έχουμε υποστεί..!

Σ.

3 Αυγούστου 2012

Αδικίας λόγος..

Αν κάποια στιγμή μας αδικήσουν, όπως κι εμείς έχουμε σίγουρα πράξει σε άλλους στη ζωή μας, ας μη σπεύσουμε να τους κακοχαρακτηρίσουμε ή να γεμίσουμε πίκρα στη ψυχή μας. Να θυμόμαστε οτι ο άνθρωπος είναι ατελής και είναι ανθρώπινο να σφάλλει στη κρίση του κάποιες στιγμές. Είναι βέβαια τόσο δύσκολο αυτό, αλλά αρκεί να ξεκινήσουμε την προσπάθεια και ο Θεός θα κάνει τα υπόλοιπα.
Πόσες φορές έχω πικραθεί κι έχω στενοχωρηθεί κι έχω αφήσει τον εαυτό μου να βουλιάξει σε αυτά τα αρνητικά συναισθήματα, επειδή ένοιωσα αδικημένη... Κι όμως, βαθιά μέσα μου, ξέρω, πως είναι ο εγωισμός μου που επαναστατεί, τίποτε άλλο. Γιατί εμείς πάντοτε ξέρουμε με τί πρόθεση ενεργούμε, και όσο και να παρερμηνεύσει ο άλλος τις προθέσεις μας, δεν παύουμε εμείς οι ίδιοι να ξέρουμε την αλήθεια. Άρα, γιατί να θλιβόμαστε; Μήπως τάχα πράξαμε ό,τι πράξαμε για να λάβουμε αναγνώριση; Μήπως ζητάμε εύσημα;
Αν ναι, τότε καλώς ήρθε η αδικία για να μας διδάξει οτι είμαστε κι εμείς σε λάθος πορεία και πρέπει να ανασυντάξουμε τις δυνάμεις μας και να καθαρίσουμε τον λογισμό μας. Ας απαντήσουμε με προσευχή. Αυτή είναι η μόνη σωστή αντίδραση σε κάθε δράση. Έτσι η αδικία θα γίνει αφορμή τόσο αυτοδιόρθωσης , όσο και προσευχής προς το πρόσωπο που μας αδικεί...


Υ.Γ.Κλείνω με μία φράση , που μόλις διάβασα: ''Καυστήρας του Χριστού είναι ο κάθε άνθρωπος, και καυτηριάζει το πάθος μου...''

Σ.

30 Ιουλίου 2012

Αληθινή δύναμη ενός άντρα..


Υπάρχουν εκείνες οι μικρές, ''τιποτένιες'' στιγμές, που καυχιέσαι μέσα σου, πως άφησες ανεξίτηλα σημάδια και πληγές σε γυναικείες καρδιές. 
Μα, κάποιες άλλες , ''αληθινές'' στιγμές, έρχονται καταιγιστικά να σου υπενθυμίσουν, πως ένας αληθινός άντρας κρίνεται απο την ικανότητά του να κάνει ευτυχισμένη μια γυναίκα και όχι απο την ικανότητά του να την βασανίσει.
Προς τους άντρες εκείνους που έχουν μέσα τους την αληθινή δύναμη, εκείνη που μπορεί να χαρίσει την ευτυχία σε μία γυναικεία καρδιά, να θυμούνται πως μία γυναίκα μπορεί να μην ξεχνά ποτέ εκείνον που την πλήγωσε, αλλά αγαπά παντοτινά μόνο εκείνον που την έκανε ευτυχισμένη.. :-)

Σ.

22 Ιουλίου 2012

Συντροφικό ταξίδι..

Κάποιες φορές, παίρνουμε στα ταξίδια μας φυλακτό, νοερά, ανθρώπους που μας λείπουν..
Σε αυτό το ταξίδι παίρνω μαζί μου, στη σκέψη μου, δυο συνοδοιπόρους, 
ένα αστέρι μακρινό και μία φίλη νιόφερτη.
Σας κουβαλώ μαζί μου σε τούτο το ταξίδι.
Οι εικόνες μου, οι ομορφιές που θα συναντήσω, τα χαμόγελα που θα μου δοθούν,
χάρισμα σας, καλοί μου... 
Κι όπως γράφω ετούτες τις λέξεις, την καρδιά μου νοιώθω να χοροπηδά σαν μικρό παιδί..
Τι όμορφη που είναι η αγάπη, Θεέ μου! Ακόμη κι όταν λείπει αυτό που αγαπάμε.
Το αγαπημένο πρόσωπο, στο τέλος της ημέρας, φαντάζει μέσα μας πάντα γλυκύ και ανόθευτο.
Ό,τι κι αν έχει γίνει, όσος καιρός κι αν περάσει..
Καλό μας ταξίδι νοεροί μου συνταξιδιώτες..!
:-)

19 Ιουλίου 2012

Ο θρήνος της αδιάθετης αγάπης


Το αδιάθετο της αγάπης μας πνίγει,
Θρυμματίζει τις λείες εσοχές μας,
Στο έρεβος γλιστρά,
κλέβει την παιδική μας γαλήνη.
Οι σκιές αδέσποτες ακολουθούν τα βήματά μας.
Όμοια η αγάπη,
αξόδευτη,
 ακροβατεί στις φτέρνες μας,
νωχελική και πανώρια.
Οι άκρες της δεμένες στ’ αστέρια.
Κι επιλογή δεν έχουμε καμιά,
Παρά να στρέψουμε ψηλά το βλέμμα.
Του αξόδευτου ν’ αποζητούμε την άλωση.
Κι ο ύπνος μας αποστρέφεται για την ύβρη,
την ομορφιά που στάζει ερήμην μας,
δίχως ν' ανθίσει εντός μας.
Και απομένουμε σκυφτοί,
με μάτια σφαλιστά,
Να θρηνούμε το αδιάθετο της αγάπης.
Να θρηνούμε
τον δικό μας
αδιάθετο
εαυτό.

Σ.

17 Ιουλίου 2012

Αναμετρήσεις...

Πυρωμένες σκέψεις,
οι νοσταλγίες των ανθρώπων
φαντάζουν σπιρτάδες και σπίθες βραχύβιες.
Στη φούχτα τις κρατώ και μετρώ δευτερόλεπτα...
Ένα, δύο, τρία...
Δευτερόλεπτα αντοχής...
Τέσσερα, πέντε, έξι..
Αγόγγυστα τις κλείνω στα δάχτυλα,
να καμωθώ πως τίποτα δε με λυγίζει.
Τίποτα, εκτός από το ίδιο το τίποτα.
Στ’αυτιά μου κρεμασμένα χαμόγελα,
στους ώμους τυλίγονται οι στιγμές,
πανωφόρι μου πολύτιμο,
πανωφόρι μου κουρελιασμένο,
το απωθώ, το ποθώ...
Απωθώ... Ποθώ...
Είμαι, είσαι, είμαστε, οι κρεμάστρες, 
που πάνω τους χύνονται πύρινα πανωφόρια
οι άπνοες στιγμές...
Στρέψου στο άπειρο και ανάπνευσε βαθιά και βίαια.
Απάνθρωπα ενδύσου ανθρωπιά
κι ύστερα βούτα τη στις στιγμές εκείνες τις λειψές.
Αναλισκόμενος,
ορθώσου,
αναλλοίωτος.
 Σ.

Ένα μικρό χεράκι...

Κάποτε, στη χώρα των χεριών, ζούσε ένα μικροκαμωμένο χεράκι, που αγαπούσε πολύ να στέκεται δίπλα στη θάλασσα και να ψηλαφίζει τα κύματα. Το χεράκι, έμοιαζε σχεδόν παιδικό, με δάχτυλα λεπτά και μικρά, στρογγυλεμένες οι άκρες τους, και μια παλάμη τόσο μικροκαμωμένη , που θα'λεγε κανείς πως ξέμεινε για πάντα παιδικό, ξέχασε να μεγαλώσει, δε θέλησε να μεγαλώσει, ποιός ξέρει;

Το χεράκι, κάθε πρωΐ τραβούσε τις κουρτίνες και χαιρετούσε τις αχτίνες του ήλιου που έσκαγαν πάνω στις χαραμάδες. Άνοιγε την παλάμη και ένοιωθε το ζεστό χάδι του να γεμίζει το μέσα του κόσμο θαλπωρή και μια ελπίδα αδιόρατη για τη καινούργια μέρα που ξημέρωνε. Όλες τις εποχές τις αγαπούσε. Μα πιο πολύ αγαπούσε το φθινόπωρο και την άνοιξη, γιατί τότε μπορούσε να μιλήσει με την αγαπημένη του θάλασσα. Αυτές τις εποχές η θάλασσα είναι πιο καταδεχτική. Μιλάει αδιάκοπα, φουσκώνει, ξεφουσκώνει, κινείται μελωδικά, δίχως να σε τρομάζει με την αγριάδα της, όπως τον χειμώνα.

Όλες οι εποχές ήταν αγαπημένες για το χεράκι, μα το φθινόπωρο και την άνοιξη εκείνο ένοιωθε διπλά χαρούμενο, γιατί μπορούσε να κατέβει στην ακρογιαλιά, να ψηλαφίσει τα κύματα, να μιλήσει με τη γλυκιά θάλασσα, που έθρεφε τα όνειρά του. Με τις άκρες των δαχτύλων του ακουμπούσε ελαφρά, σχεδόν ιεροτελεστικά, με δέος, όπως αγγίζει κανείς κάτι ιερό, την υγρή επιφάνεια της θάλασσας, σταδιακά βυθιζόταν ολόκληρο μέσα στη δίνη των κυμάτων, και έμενε εκεί, να νοιώθει το θαλασσινό νερό να το αγκαλιάζει στοργικά, να το δροσίζει, να το ταξιδεύει και να το παρασέρνει μακριά, όσο πιο μακριά γίνεται, στον κόσμο των ονείρων του.

Και ήταν όμορφα εκεί, στον ονειρικό του κόσμο. Εκεί, το χεράκι έτρεχε στον άνεμο κουβαριασμένο και αξεδιάλυτο με ένα άλλο χεράκι. Εκεί τα δάχτυλά του μπλέκονταν με άλλα δάχτυλα στοργικά. Εκεί δεν ένοιωθε ποτέ φόβο, γιατί ήταν πια ενωμένο με ένα άλλο χέρι. Δεν ήταν πια κενά διαστήματα ανάμεσα σε μικροσκοπικά δάχτυλα. Εκεί ήταν πια μια γροθιά, εύρωστη και συμπαγής, και τίποτα δεν μπορούσε να το φοβίσει.

Έτσι κυλούσε η μέρα του, και το μικρό χεράκι ήταν ευτυχισμένο. Ένοιωθε ευγνωμοσύνη για τον ήλιο κάθε πρωι στο παράθυρό του, για το πέρασμα του αέρα στο ανάμεσο των δαχτύλων του, για τις κουβέντες του με τη θάλασσα κάθε δειλινό, για τα ταξίδια του στα όνειρά του.

Μια μέρα όμως, την ώρα που βυθιζόταν στην άμμο και την σκορπούσε στον αέρα ήρθε και κάθισε δίπλα του ένα άλλο χέρι. Το χέρι αυτό ήταν πολύ νευρικό και έμοιαζε τόσο ανυπόμονο και βιαστικό..! Το μικρό χεράκι, το πάντα παιδικό, άρχισε να περιεργάζεται τον απρόσμενο επισκέπτη, που ήρθε να συντροφέψει το παιχνίδι του στην άμμο. Το χέρι εκείνο ήταν τραχύ και άκαμπτο. Τα δάχτυλά του χοντροκαμωμένα και οι οι μικροί λοφίσκοι στις αρχές των δαχτύλων έμοιαζαν γδαρμένοι. Το μικρό χεράκι έστεκε και το κοίταζε στην κάθε του λεπτομέρεια και ένοιωθε να ξυπνά μέσα του κάτι άγνωστο, κάτι που το φόβιζε , αλλά και το γέμιζε με ένα αλλιώτικο συναίσθημα, εκείνο που σου δίνει την αίσθηση οτι έχεις την δύναμη να πετάξεις ψηλά, να αιωρηθείς πάνω απο τα κύματα..

Τότε, το χέρι εκείνο το τραχύ, το άκαμπτο, άρχισε να κινείται με τον άνεμο, να χορεύει ακανόνιστα και ρυθμικά συνάμα, να ξεχύνεται πάνω στα κύματα, και να επιστρέφει φέροντας δροσοσταλίδες και φύκια κρεμασμένα στα χάσματα των δαχτύλων.. Το μικρό χεράκι έμεινε μαγεμένο να κοιτάει, να δροσίζεται, να δέχεται πάνω του τα φύκια που τυλίγονταν στα δάχτυλά του.. Ένοιωσε τόση ανακούφιση, ανακαλύπτοντας πίσω απο την τραχύτητά εκείνου του χεριού την πρωτόγονη παιδικότητά του, που γλίστρησε κοντά του παίρνοντας την μεγάλη απόφαση: να μοιραστεί μαζί του το μεγάλο μυστικό... Το βύθισμά του στα κύματα και τα ταξίδια του στον κόσμο των ονείρων του. Ίσως ακόμη να το άφηνε να έρθει μαζί του.. Ίσως...

Η αρχή ήταν αρκετά δύσκολη. Η επιφάνεια εκείνου του χεριού ήταν τραχιά, σαν άγονο χωράφι, χέρσο, που διψά για νερό. Το μικρό χεράκι σκέφτηκε πως ίσως αν τυλιγόταν πάνω του, του έδινε λιγάκι απο την δροσάδα του, μα αυτό δεν αρκούσε. Ύστερα σκέφτηκε να το οδηγήσει στη θάλασσα, να το βουτήξει στην αγκαλιά της, στην άπλετη δροσιά της.. Μα το θαλασσινό νερό, άφηνε πάνω στο χέρσο χέρι αλάτι, και έκαιγε ακόμη πιο πολύ την διψασμένη του επιφάνεια, που γινόταν ακόμη πιο τραχιά και άνοιγε ρωγμές..

Τότε το χεράκι πήρε τη μεγάλη απόφαση: Θα πότιζε το χέρι εκείνο με το γλυκύ απόσταγμα απο τα ταξίδια που έκανε στα όνειρά του.. Και αυτό έκανε... Για πολύ καιρό... Με την ελπίδα οτι μια μέρα το νευρικό εκείνο χέρι θα έχανε την τραχύτητά του, θα λείαινε τις ρωγμές του, θα έβρισκε πάλι την ωμή και ανόθευτη παιδικότητά του.. Θα μπορούσαν να γίνουν μια γροθιά αξεδιάλυτη στου χρόνου το πέρασμα.. Εκείνο όμως, είχε πια αγαπήσει πιο πολύ την τραχύτητά του απο αυτό που υπήρχε κάτω απο αυτή.

Το μικρό χεράκι όμως, συνεχίζει τα ταξίδια του στο όνειρο. Τα ταξίδια του πάνω στην ράχη των κυμάτων. Και έχει όμορφους συνοδοιπόρους. και ελπίζει πάντα να βρει εκείνο το χεράκι που θα θελήσει να γίνει μαζί του μια γροθιά. Κάποιες φορές, γυρίζει στην αμμουδιά και ρίχνει σταγόνες δροσιάς σ'ενα μικρό λάκκο και τις σκεπάζει προσεχτικά. Ίσως κάποιο χέρι, άγονο και τραχύ τις χρειαστεί. Ίσως τις αναζητήσει... Και το μικρο χεράκι συνεχίζει να ταξιδεύει..

                                                                                  Σ.